22 Φεβρουαρίου 1821,
ο αρχηγός της Φιλικής
Εταιρείας Αλέξανδρος Υψηλάντης πέρασε τον ποταμό Προύθο και ύψωσε τη
σημαία της Επανάστασης.
22 Φεβρουαρίου 1821, ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρος
Υψηλάντης πέρασε τον ποταμό Προύθο και ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης
στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και συγκεκριμένα στο Ιάσιο της
Μολδοβλαχίας.
Δύο μέρες αργότερα, στις 24 Φεβρουαρίου εξέδωσε επαναστατική προκήρυξη
με τον τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Η επιλογή της Μολδαβίας
και της Βλαχίας θα πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στο γεγονός ότι στις
περιοχές αυτές απαγορευόταν η παραμονή του Τουρκικού στρατού, ενώ από το
1709 οι τοπικοί άρχοντες ήταν Έλληνες Φαναριώτες.
Απόφαση για έναρξη της επανάστασης στη Μολδοβλαχία.
Από το 1818 η Φιλική Εταιρεία προετοιμαζόταν πυρετωδώς για την έναρξη
της επανάστασης. Ένα από τα κυριότερα προβλήματα που είχε να
αντιμετωπίσει ήταν η ανεύρεση του αρχηγού. Πιο κατάλληλος θεωρήθηκε ο
Ιωάν. Καποδίστριας, ο οποίος την εποχή εκείνη ήταν Υπουργός εξωτερικών
της μεγάλης Ρωσίας και ένας από τους κορυφαίους διπλωμάτες της Ευρώπης. Ο
Καποδίστριας όμως δεν δέχτηκε, με κυριότερη δικαιολογία ότι η εποχή
εκείνη ήταν ακατάλληλη για μια τέτοια ενέργεια. Το σύμφωνο της διαβόητης
«Ιεράς Συμμαχίας», στο πρώτο και κύριο άρθρο του, έλεγε ξεκάθαρα πως
κάθε επαναστατικό κίνημα θα αντιμετωπίζεται βίαια. Και πράγματι, τα
πρόσφατα επαναστατικά κινήματα στην Ιταλία και Ισπανία είχαν καταπνιγεί
στο αίμα. Επειδή οι ενέργειες της Εταιρείας είχαν γίνει πλέον γνωστές
στην Πύλη, τα μέλη της έκριναν πως η επανάσταση δεν μπορούσε να
σταματήσει. Γι αυτό και ζήτησαν στη συνέχεια να αναλάβει την αρχηγία ο
Αλέξανδρος Υψηλάντης. Η οικογένεια Υψηλάντη ήταν γνωστή σε όλο τον
Ελληνισμό. Ο Αλέξανδρος ήταν υπασπιστής του Ρώσου αυτοκράτορα και
υπηρετούσε στη φρουρά του, με το βαθμό του στρατηγού. Στη μάχη της
Λειψίας, στον πόλεμο των Ρώσων κατά του Ναπολέοντα είχε χάσει το δεξί
του χέρι. Μόλις του έγινε η πρόταση τη δέχτηκε με ενθουσιασμό. Έτσι στις
12 Απριλίου 1820 του ανατέθηκε επίσημα η αρχηγία.
Αρχική απόφαση ήταν να αρχίσει η επανάσταση από την Πελοπόννησο. Να
φθάσει εκεί δια θαλάσσης ο Υψηλάντης. Στη σύσκεψη όμως των κορυφαίων
Φιλικών, στο Ισμαήλιον τον Οκτώβριο του 1820, διαπιστώθηκε ότι δεν είχε
γίνει καμιά εκεί σοβαρή στρατιωτική προπαρασκευή.
Η εξέλιξη των επιχειρήσεων
Την 21 Φεβρουαρίου στο Γαλάτσι έγινε εξέγερση ομάδας Κεφαλλήνων και
άλλων Ελλήνων ενόπλων και 30 μισθοφόρων "Αλβανών"[9] υπό τον καπετάν
Βασίλειο Καραβιά, χωροφύλακα της πόλης. Φονεύθηκαν περίπου 80 εξέχοντες
οθωμανοί και 17 συνελήφθησαν, ενώ αιχμαλωτίστηκαν και 11 οθωμανικά
πλοία.
Στις 22 Φεβρουαρίου του 1821 ο Υψηλάντης επικεφαλής των επαναστατικών
δυνάμεων πέρασε τον ποταμό Προύθο και αποβιβάστηκε στα υπό κατάληψη
εδάφη, κηρύσσοντας την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Με
προκήρυξή του που τιτλοφόρησε «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος», την
οποία εξέδωσε δυο μέρες αργότερα (24 Φεβρουαρίου) στο Ιάσιο, απευθύνθηκε
έμμεσα στις ευρωπαϊκές αυλές ταυτόχρονα με την προσπάθειά του να
εξυψώσει το ηθικό όλων των υποδούλων Ελλήνων, αφού έκανε λόγο για μια
κραταιά δύναμη (υπονοώντας την τσαρική Ρωσία) η οποία σύντομα θα τάσοταν
στο πλευρό των εξεγερμένων. Άλλη προκήρυξη απηύθυνε ο Υψηλάντης "Προς
το έθνος της Μολδοβλαχίας" με ημερομηνία 23-2-1821. Ο Υψηλάντης
απευθυνόταν σε όλους τους χριστιανούς υποτελείς κατοίκους των ηγεμονιών
και όχι μόνο στους ελληνικής καταγωγής πληθυσμούς, ελπίζοντας να
προκαλέσει γενική εξέγερση εναντίον των Οθωμανών, σύμφωνα με τα
κελεύσματα του Ρήγα Φεραίου. Επί τόπου μαζί με τους άνδρες τους έσπευσαν
δυο ικανοί οπλαρχηγοί που ήδη δρούσαν στην περιοχή, ο Ιωάννης Φαρμάκης
και ο Γεωργάκης Ολύμπιος. Οι Έλληνες, παρασυρμένοι από το πάθος και την
επιθυμία τους για απελευθέρωση, εκτράπηκαν σε υπερβασίες και σε αρκετές
περιπτώσεις πρόεβησαν σε βιαιοπραγίες κατά ντόπιων μουσουλμάνων
προυχόντων και εμπόρων (σημειώθηκαν μάλιστα και μερικές δολοφονίες), με
αποτέλεσμα οι κάτοικοι των ηγεμονιών να τρομοκρατηθούν και τελικά να μη
συμμετάσχουν μαζικά στην εξέγερση. Ο Υψηλάντης δεν κατόρθωσε να
στρατολογήσει περισσότερους από 2.000 εθελοντές. Ακολούθησαν έρανοι
μεταξύ των κατοίκων, από τους οποίους συγκεντρώθηκε ένα χρηματικό ποσό
της τάξης του ενός εκατομμυρίου γροσιών, ενώ συγκροτήθηκε επίσημα (με
λάβαρα, σημαία κλπ) ο Ιερός Λόχος, ένα επίλεκτο στρατιωτικό σώμα το
οποίο αποτελούσαν περίπου 500 νεαροί Έλληνες φοιτητές που σπούδαζαν
κυρίως στην Ευρώπη. Αρχηγός του ορίσθηκε ο Νικόλαος Υψηλάντης, ένας εκ
των αδελφών του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Μάλιστα, ο επίσκοπος Λιτίτσης
Σωφρόνιος που ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας (η επισκοπή Λιτίτσης είχε
έδρα το Ορτάκιοϊ Βόρειας Θράκης), συγκρότησε επαναστατικό σώμα από
Ορτακινούς και Μανδριτσιώτες, δηλαδή Έλληνες κατοίκους του Ορτάκιοϊ και
της Μανδρίτσας, οι οποίοι αφού διέσχισαν την τότε τουρκοκρατούμενη
Βουλγαρία, ενώθηκαν με τα στρατεύματα του Αλέξανδρου Υψηλάντη.
Οι επιχειρήσεις
Στις 17 Μαρτίου οι επαναστατικές δυνάμεις κατέλαβαν δίχως αντίσταση το
Βουκουρέστι (τότε πρωτεύουσα της Βλαχίας) και ύψωσαν την επαναστατική
σημαία. Η πρώτη ένοπλη σύγκρουση με τους Οθωμανούς έλαβε χώρα στην
περιοχή του Γαλατσίου, αλλά ήταν περιορισμένης έκτασης, έληξε δε με
διάσπαση των σουλτανικών γραμμών από τα ελληνικά τμήματα στα οποία
επικεφαλής ήταν ο οπλαρχηγός Καρπενησιώτης. Οι μάχες εντάθηκαν σύντομα,
με αποκορύφωμα τη Μάχη του Δραγατσανίου τον Ιούνιο του 1821, όπου οι
επαναστατικές δυνάμεις συντρίφτηκαν και απειλήθηκαν με ολοσχερή
καταστροφή και διάλυση. Μικρές εστίες αντίστασης εξακολούθησαν να
μαίνονται στο Σκουλένι και τη Μονή Σέκου (το Σεπτέμβριο), ωστόσο η τύχη
της εξέγερσης είχε ήδη κριθεί. Κατησχυμένος και απογοητευμένος από την
εξέλιξη των επιχειρήσεων, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κατάφερε με κόπο να
διαφύγει μαζί με ορισμένους επιτελείς του και να παραδοθεί στους
Αυστριακούς. Μια μικρή ομάδα, 100 περίπου διασωθέντων ανδρών πέτυχε να
φτάσει έως τα κυρίως ελληνικά εδάφη στο νότο, ενώ η πλειονότητα των
ανδρών του Ιερού Λόχου σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίσθηκαν και εκτελέσθηκαν επί
τόπου. Ηρωϊκός υπήρξε ο θάνατος των οπλαρχηγών Φαρμάκη και Ολύμπιου, οι
οποίοι πολέμησαν μέχρις εσχάτων.
Η έκβαση της επανάστασης στη Μολδοβλαχία ήταν ολέθρια για την ελληνική
πλευρά, ωστόσο οι συνέπειές της αξιολογούνται θετικά, καθώς χάρις σε
αυτήν κινητοποιήθηκε μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, υπήρξε
διεθνής συγκίνηση για τη θυσία των ανδρών του Ιερού Λόχου και ευνοήθηκε
σε έναν βαθμό η εξέγερση στην υπόλοιπη χώρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου