Παρασκευή 7 Μαΐου 2021

Ο ΒΥΘΙΣΜΕΝΟΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ ΛΑΜΠΑΓΙΑΝΝΑ ΦΟΥΡΝΩΝ ΑΡΓΟΛΙΔΑΣ

Προ ημερών έλαβα από την φίλη πλέον , Αρχαιολόγο Δέσποινα Κουτσούμπα ένα ηλεκτρονικό αρχείο με τα πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης Αρχαιολόγων που έγινε τον Νοέμβριο του 2017 στην Καλαμάτα, στα οποία πιο συγκεκριμένα περιλαμβάνεται η επιστημονική αναφορά της κ Κουτσούμπα στα ευρήματα που είχαν αποκαλυφθεί μέχρι τότε, από την διεπιστημονική έρευνα που γίνεται τα τελευταία χρόνια στην παραλία του Λαμπαγιαννά κάθε καλοκαίρι.
Θεώρησα χρήσιμο να δημοσιεύσω τα όσα  περιέχει αυτή η αναφορά στα σπουδαία του τόπου μας, αφαιρώντας (χωρίς την άδεια της συγγραφέως), όσα ενδιαφέρουν μόνον τους επιστήμονες ερευνητές , ώστε να μην είναι κουραστικά για τον αναγνώστη. 
Η κ Δέσποινα Κουτσούμπα ,αρχαιολόγος και σπουδαία ερευνήτρια, απόφοιτος του ΕΚΠΑ , με μεταπτυχιακό στην Αρχιτεκτονική του ΕΜΠ , εργαζεται στη Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων στο Υπουργείο Πολιτισμού και με αυτή της την ιδιότητα επισκέπτεται μαζί με άλλους επιστήμονες Έλληνες και ξένους , την περιοχή μας σχεδόν κάθε καλοκαίρι.
Τόσο στην ίδια όσο και σε όλους αυτούς τους επιστήμονες που έχουν συμβάλλει και εξακολουθούν να συμβάλλουν στην ανάδειξη των αρχαιοτήτων του τόπου μας πρέπει να είμαστε όλοι ευγνώμονες.
  Δέσποινα Κυτσούμπα











ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑ
 

Η έρευνα στον βυθισμένο προϊστορικό οικισμό στην παραλία
Λαμπαγιαννά Αργολίδας


Ο προϊστορικός οικισμός που βρίσκεται βυθισμένος στην παραλία «στου Λαμπαγιαννά», στους ΦούρνουςΑργολίδας, ήρθε στο φως στο πλαίσιο της έρευνας συνεργασίας της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και του Πανεπιστημίου της Γενεύης, υπό την αιγίδα της Ελβετικής Αρχαιολογικής Σχολής, στη θαλάσσια περιοχή του
όρμου Κοιλάδας στον Αργολικό Κόλπο. Το πενταετές ερευνητικό πρόγραμμα (2014-2018) πραγματοποιήθηκε υπό τη διεύθυνση της προϊσταμένης της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων Α. Σίμωσι και του διευθυντή της Ελβετικής Αρχαιολογικής Σχολής Karl Reber, με επί τόπου υπεύθυνους της έρευνας τη γράφουσα και τον Julien
Beck (Πανεπιστήμιο Γενεύης).
Σκοπός του ερευνητικού προγράμματος, που προετοιμαζόταν από το 2012, ήταν να ερευνήσει τα καταβυθισμένα αρχαία τοπία και να εντοπίσει τα ίχνη της ανθρώπινης κατοίκησης στην ευρύτερη περιοχή γύρω από το σπήλαιο Φράγχθι. Η περιοχή αυτή σήμερα βρίσκεται κάτω από τη θάλασσα, στην προϊστορία, όμως, ήταν μια εύφορη κοιλάδα αρκετών χιλιομέτρων, που συνέθετε το φυσικό περιβάλλον όπου δραστηριοποιούνταν οι παλαιολιθικοί και μεσολιθικοί κάτοικοι του σπηλαίου και όπου έχτισαν τα σπίτια τους οι νεολιθικοί γεωργοί.
Το 2014, με τη βοήθεια του ΕΛΚΕΘΕ και του ηλιακού σκάφους Planet Solar3, η αποστολή ολοκλήρωσε την λεπτομερή χαρτογράφηση του βυθού και των ιζημάτων της θαλάσσιας περιοχής του ανατολικού Αργολικού Κόλπου. Με τη μέθοδο αυτή αναπαραστάθηκε η παλαιοακτή σε διάφορες χρονικές περιόδους και εντοπίστηκαν στον βυθό πιθανά στοιχεία-μαρτυρίες της ανθρώπινης παρουσίας  . Στις περιοχές-στόχους, η έρευνα συνεχίστηκε με πυρηνοληψίες για την αναζήτηση πιθανών καταλοίπων του νεολιθικού οικισμού που εκτεινόταν έξω από το σπήλαιο Φράγχθι, στην περιοχή που σήμερα είναι καταβυθισμένη.  Η ανάλυση των αποτελεσμάτων της πυρηνοληψίας, μεταξύ αυτών και ενός νεολιθικού οστράκου, δίνουν ελπίδες για τη συνέχιση της έρευνας και τον εντοπισμό της θέσης του νεολιθικού οικισμού.
Στο πλαίσιο του ίδιου ερευνητικού προγράμματος εντοπίστηκε, με τα συμβατικά μέσα της υποβρύχιας αρχαιολογίας (κατάδυση), εκτεταμένος οικισμός της πρώιμης εποχής του Χαλκού στην παραλία Λαμπαγιαννάς. 

Πρόκειται για την παραλία του χωριού Φούρνοι, που έχει πάρει το όνομά της από το εκκλησάκι του Άη Γιάννη του Λαμπαγιαννά, που βρίσκεται στο ύψωμα στα βόρεια του μικρού όρμου. Είναι η ππαραλία από την οποία ξεκινά το μονοπάτι των επισκεπτών για το σΣπήλαιο Φράγχθι, το οποίο αναδείχθηκε πρόσφατα από την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας, με χρηματοδότηση από πρόγραμμα ΕΣΠΑ, σε χώρο προσιτό και φιλόξενο για τους επισκέπτες.

Η περιοχή του Αργολικού Κόλπου, στην πρώιμη Εποχή του Χαλκού, κατοικείται σε μια σειρά από παράλιες θέσεις και είναι σαφές ότι ο κόλπος αποτελεί σταυροδρόμι για το θαλάσσιο εμπόριο και την επικοινωνία: η Λέρνα, η Τίρυνθα (που στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού βρισκόταν κοντά στη θάλασσα), η Ασίνη, ο βυθισμένος
οικισμός στο Σαλάντι7 (την παραλία των Διδύμων) και η Αγία Μαρίνα Σπετσών είναι σημαντικοί οικισμοί της πρωτοελλαδικής περιόδου. Σημαντικές θέσεις της πρωτοελλαδικής περιόδου στην περιοχή της Ερμιονίδας, κοντά στα Λαμπαγιαννά, είναι η Δέλπριζα, ο Άγιος Παντελεήμονας και η Μαγούλα Ερμιόνης. Η επιφανειακή έρευνα του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, που πραγματοποιήθηκε το 1979-1989, είχε εντοπίσει επίσης μια σημαντική θέση στο χωριό των Φούρνων (F32, με 2134 ευρήματα κατεργασίας οψιανού και πυριτόλιθου, μαζί με μεγάλη ποσότητα ΠΕ ΙΙ κεραμεικής). Σημαντικό εύρημα της πρωτοελλαδικής περιόδου από την περιοχή είναι επίσης το πρωτοελλαδικό ναυάγιο που ανασκάφηκε στη νήσο Δοκό.
 

Τα προκαταρκτικά ευρήματα της έρευνας
 

Με τον εντοπισμό του πρωτοελλαδικού οικισμού, η έρευνα των ετών 2015-2018 επικεντρώθηκε σε μεγάλο βαθμό σε αυτόν τον τομέα. Χρησιμοποιήθηκε συνδυασμός συμβατικών και τεχνολογικών μεθόδων για να εντοπιστούν τα χωρικά και χρονικά όρια του οικισμού: τοπογραφική αποτύπωση κτιρίων, περισυλλογή επιφανειακών ευρημάτων από όλη την έκταση του όρμου (περισσότερα από 5000 ευρήματα περισυνελέγησαν μέσα σε τρεις εβδομάδες το 2015, με το μεγαλύτερο ποσοστό να αφορά κεραμεική και λιγότερο λίθινα εργαλεία και άλλα ευρήματα), φωτογραμμετρική αποτύπωση κτισμάτων, υποβρύχια ανασκαφική τομή, γεωφυσικές έρευνες με ηχοβολιστικά μηχανήματα, μαγνητική διασκόπηση και ηλεκτρική τομογραφία.
Ο βυθισμένος οικισμός στην παραλία Λαμπαγιανά εντοπίζεται σε μεγάλη έκταση, με τα ορατά λείψανα να εκτείνονται σε περισσότερο από 12 στρέμματα, σε βάθος 0,80-2,4 μ., στο κεντρικό σημείο του όρμου. Τα χωρικά όρια του οικισμού είναι σαφή προς τον Βορρά και την Δύση (προς τη θάλασσα), ενώ δεν έχουν εντοπιστεί με σαφήνεια προς Νότο, παρότι η βυθισμένη βραχώδης ακτογραμμή στα νότια διαμορφώνει ένα «φυσικό όριο».
Προς τα ανατολικά (την ακτή), οι ηχοβολιστικές μετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν από το Ινστιτούτο Γεωφυσικής του ΙΤΕ (Κρήτης) δείχνουν ότι κατασκευές εκτείνονται  σε όλη την περιοχή που είναι σήμερα βυθισμένη και καλυμμένη από άμμο (λιγότερο από 1 μ. βάθος) αλλά και κάτω από τη βοτσαλωτή παραλία.
Τα χρονικά όρια του οικισμού, με βάση την επιφανειακή περισυλλογή ευρημάτων, εκτείνονται στην πρωτοελλαδική ΙΙ περίοδο. Η κεραμεική που περισυλλέχθηκε από όλο τον όρμο χρονολογείται αποκλειστικά στην ΠΕ ΙΙ. Δείγματα ΥΕ και πολύ μεταγενέστερης κεραμεικής (π.χ. ρωμαϊκής, βυζαντινής) ανευρίσκονται κυρίως στη βόρεια πλευρά, κοντά στον λόφο με το εκκλησάκι του Αη Γιάννη Λαμπαγιαννά, σε είδος και ποσότητες που υποδεικνύουν (εν αναμονή της πληρέστερης μελέτης του συνόλου της κεραμεικής) ότι έχει παρασυρθεί από τα πρανή του λόφου.
Ο οικισμός χτίστηκε δίπλα στη θάλασσα. Τα κτίρια σώζονται σε επίπεδο θεμελίωσης ή/και κατώτερης σειράς τοιχοδομίας. Όπως σε όλους τους αντίστοιχους οικισμούς, οι τοίχοι πάνω από τη θεμελίωση ήταν πιθανότατα πλίνθινοι, χωρίς να έχουν αφήσει κατάλοιπα στο βυθό.
Στη δυτική πλευρά (εκεί που ο οικισμός έβλεπε προς τη θάλασσα), έχουν εντοπιστεί τρεις υπερμεγέθεις θεμελιώσεις, εκ των οποίων οι δύο (η βόρεια και η νότια) έχουν πεταλόσχημη κάτοψη και παρόμοιο μέγεθος  Το σχήμα και τα όρια της μεσαίας θεμελίωσης δεν είναι το ίδιο ξεκάθαρα. Θεωρούμε ότι οι υπερμεγέθεις αυτές θεμελιώσεις ανήκουν σε προμαχώνες οχύρωσης, αντίστοιχους με αυτούς που υπάρχουν σε άλλους οχυρωμένους οικισμούς. Στους ακραίους «προμαχώνες» (βόρειο και νότιο) καταλήγουν πολύ ισχυροί τοίχοι (οι πλέον ευμεγέθεις σε όλη την έκταση του οικισμού, πλάτους περίπου 2 μ.), με σαφή προσανατολισμό Β-Ν, που διαμορφώνονται από τέσσερις σειρές λίθων σε κάτοψη .
Δεν έχουν εντοπιστεί μέχρι στιγμής ίχνη από κάποιο εξωτερικό τείχος ή άλλον τοίχο που να συνδέει τους «προμαχώνες», διαμορφώνοντας το δυτικό όριο της πιθανής οχύρωσης. Αντιθέτως, σε σημείο που θα μπορούσε κανείς να υποθέσει την ύπαρξη οχύρωσης, εντοπίζονται διάσπαρτα κτίρια, όπως η θεμελίωση ενός μεγάλου κυκλικού κτιρίου (διαμέτρου περίπου 5 μ.) μεταξύ του μεσαίου και του νότιου «προμαχώνα». Ένδειξη οχύρωσης εντοπίζεται στη βόρεια πλευρά και σε επαφή με τον βόρειο «προμαχώνα», όπου ορατοί επιμήκεις τοίχοι διατάσσονται σε τρεις παράλληλες σειρές, διαμορφώνοντας και το όριο του οικισμού προς Βορρά. Ο προσανατολισμός των τοίχων αυτών, που στρέφονται ΒΔ-ΝΑ, είναι πιθανό να οφείλεται σε κάποια φυσική διαμόρφωση της περιοχής όπου ήταν χτισμένος ο οικισμός, η οποία μετά την βύθιση του οικισμού, όπως είναι αναμενόμενο, δεν άφησε ίχνη στον βυθό.
Στον οικισμό εντοπίζονται θεμελιώσεις πληθώρας κτισμάτων όλων των χαρακτηριστικών πρωτοελλαδικών τύπων. Τα περισσότερα είναι ορθογώνια, υπάρχουν όμως και κυκλικές κατόψεις και αψιδωτά κτίρια διαφόρων μεγεθών διάσπαρτα στον οικισμό. Επίσης, έχει εντοπιστεί μια περιοχή στρωμένη με υπερμεγέθεις λίθους που
συναρμόζουν μεταξύ τους με τρόπο ώστε να σχηματίζουν ένα είδος λιθόστρωτης υπαίθριας «πλατείας» και πιθανόν λιθόστρωτους δρόμους. Πιο σαφή συμπεράσματα θα προκύψουν όταν ολοκληρωθεί η αποτύπωση του οικισμού.
Η δόμηση των θεμελίων γίνεται με διαλεγμένους αργούς λίθους, όπως είναι το σύνηθες για τους ΠΕ οικισμούς. Συναντάμε τοίχους απλούς, με μία σειρά λίθων, πληθώρα τοίχων χτισμένων με διπλή σειρά λίθων και ενδιάμεσο γέμισμα με μικρότερους λίθους (το σύνηθες πλάτος είναι είτε περίπου 0,60 μ. είτε περίπου 1,20 μ.,
ανάλογα με την επιλογή μεσαίων ή μεγάλων λίθων). Έχει αναγνωριστεί ένας τουλάχιστον τοίχος με την δόμηση της «ιχθυάκανθας» και μία τουλάχιστον περίπτωση τοίχου αποτελούμενου από μια σειρά οριζόντια τοποθετημένων λίθων, η οποία οριοθετείται από μια σειρά κατακόρυφα τοποθετημένων λίθων, προστατεύοντας τη δομή εξωτερικά (στη βιβλιογραφία οι λίθοι αυτοί ονομάζονται «ορθοστάτες» και πιθανώς σχετίζονται με
την προστασία της πλίνθινης ανωδομής από την υγρασία). Στην ανασκαφική τομή του 2017 αποκαλύφθηκε τμήμα τοίχου πλάτους 0,60 εκ., που διέσωζε δύο σειρές δόμων από διαλεγμένους αργούς λίθους. Τα τμήματα πήλινων κεράμων που έχουν βρεθεί  υποδεικνύουν ότι ο οικισμός διέθετε κτίρια με στέγαση από πήλινα
κεραμίδια.

Κεραμεική και άλλα ευρήματα της επιφανειακής έρευνας
 

Η συντριπτική πλειονότητα των ευρημάτων που περισυνελέγησαν στο πλαίσιο της συστηματικής επιφανειακής έρευνας του 2015 στον βυθό του Λαμπαγιαννά αφορά θραύσματα αγγείων, με δεύτερη πολυπληθέστερη ομάδα τα λίθινα ευρήματα (κυρίως εργαλεία). Ανάμεσα στα καλύτερα εκπροσωπούμενα σχήματα είναι οι φιάλες και λεκανίδες όλων των μεγεθών, όπως στις περισσότερες θέσεις της ίδιας περιόδου1. Η μικρή φιάλη (διάμ. χείλους: 16 εκ., ύψος: 5 εκ.) με δακτυλιόσχημη βάση, ελαφρώς κυρτό χείλος και λεπτά τοιχώματα είναι χαρακτηριστική της τοπικής κεραμεικής παραγωγής . Το ίδιο και οι λεκανίδες με κυρτό χείλος, διακοσμημένο με μια οριζόντια ταινία λοξών γραμμών. Υπάρχουν επίσης πολλά θραύσματα ραμφόστομων φιαλών (κύμβης ή «σαλτσιέρας»), χαρακτηριστικού αγγείου της ΠΕ ΙΙ περιόδου , καθώς και θραύσματα από «σπάτουλες», αγγείο που απαντά την ίδια εποχή στην Τίρυνθα και την Τσούγκιζα.
Βρέθηκαν επίσης πήλινα υφαντικά βάρη. Στα πολυάριθμα λίθινα αντικείμενα περιλαμβάνονται αρκετοί μυλόλιθοι από ανδεσίτη, λίθινοι τριπτήρες και λεπίδες οψιανού.
Η μεγάλη ποσότητα θραυσμάτων από αγγεία, το μέγεθός τους και η χρονολογική ομοιογένεια των ευρημάτων πιθανόν υποδεικνύουν μια ξαφνική εγκατάλειψη της θέσης, η οποία δεν κατοικήθηκε ποτέ ξανά
μεταγενέστερα. Μέχρι στιγμής δεν έχει εντοπιστεί ΠΕ ΙΙΙ κεραμεική, ενώ τα ευρήματα των ιστορικών περιόδων είναι αντίστοιχα με αυτά που ανευρίσκονται σποραδικά σε όρμους που χρησίμευαν ως φυσικό αγκυροβόλιο. Οι γεωφυσικές έρευνες έδειξαν ότι στην περιοχή γύρω από τον όρμο Κοιλάδας υπάρχουν πολλά τεκτονικά ρήγματα, κάποια από αυτά ακόμη ενεργά, τα οποία πιθανώς να εξηγούν την απότομη καταβύθιση καιεγκατάλειψη της περιοχής.
 

Τα ευρήματα των ανασκαφικών τομών
 

Το 2016 πραγματοποιήθηκε μια μικρή δοκιμαστική τομή και το 2017 μια ανασκαφική τομή 2 × 2 μ. σε κεντρικό σημείο του οικισμού. Κάτω από το επιφανειακό στρώμα, που βρισκόταν στο ύψος των ορατών τοίχων της ΠΕ ΙΙ, βρέθηκαν δύο διακριτά στρώματα της ΠΕ ΙΙ περιόδου, ενώ κάτω από αυτά, ανασκάφτηκε
στρώμα που πιθανόν ανήκει στην ΠΕ Ι περίοδο. Στο στρώμα της ΠΕ Ι της δοκιμαστικής τομής του 2016, σε βάθος 0,50 μ. από την επιφάνεια του βυθού, βρέθηκε χαρακτηριστικό όστρακο με εγχάρακτη διακόσμηση, που πιθανόν ανήκει στην ΠΕ Ι ή στη μετάβαση από την Τελική Νεολιθική στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού .
Στην τομή του 2017, αμέσως κάτω από το επιφανειακό στρώμα, ήρθε στο φως ένας καλοχτισμένος τοίχος, πλάτους 0,60 μ, με προσανατολισμό Β-Ν (ο τοίχος συνέχιζε και προς Βορρά και προς Νότο, πέρα από τα όρια της ανασκαφικής τομής). Είναι χαρακτηριστικό ότι ο προσανατολισμός του διαφέρει από τα γειτονικά ορατά κτίσματα. Ο τοίχος σώζει δύο σειρές λίθων. Τα ευρήματα της τομής είναι πολύ ενδιαφέροντα. Στο ύψος της βάσης του τοίχου εκτεινόταν ένα παχύ στρώμα με εκατοντάδες όστρεα πορφύρας, τρυπημένα με τον χαρακτηριστικό τρόπο της επεξεργασίας για βαφή. Το εύρημα χρήζει περαιτέρω μελέτης για την εξαγωγή οποιουδήποτε συμπεράσματος, καθώς μέχρι στιγμής η επεξεργασία πορφύρας για βαφή δεν έχει τεκμηριωθεί ανασκαφικά σε στρώμα παλαιότερο της Μέσης Εποχής του Χαλκού. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε, όμως, ότι η παραγωγή πορφύρας για βαφή στην περιοχή της Ερμιόνης τεκμηριώνεται από τις αρχαιολογικές έρευνες στο Μπίστι , ενώ οι αρχαίες πηγές μιλούν για την ξακουστή ερμιονική πορφύρα και την βιοτεχνική δραστηριότητα που αποτελούσε πηγή πλούτου για την αρχαία πόλη της Ερμιόνης. Το κοχύλι απαντά σε αφθονία στην θάλασσα της Ερμιονίδας μέχρι και τις μέρες μας.
Τα στοιχεία που έχουν έρθει στο φως από την μέχρι στιγμής έρευνα στον οικισμό στου Λαμπαγιαννά δείχνουν εξαιρετικά σημαντικά για την έρευνα, καθώς κανένας οικισμός της ΠΕ δεν έχει εντοπιστεί σε τέτοια έκταση στην περιοχή. Η περαιτέρω μελέτη του οικισμού αναμένεται να ρίξει φως στις μορφές οργάνωσης των οικισμών και στις μορφές αστικοποίησης στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, τις χρήσεις και τη μορφή των κτισμάτων, στη σημασία του Αργολικού Κόλπου στην ανάπτυξη της «ΠΕ ΙΙ Κοινής». Η συσχέτισή του με τις
ιδιαίτερα πυκνές θέσεις της ΠΕ ΙΙ στην περιοχή της Ερμιονίδας και του Αργολικού Κόλπου ίσως μπορέσει να ρίξει φως στο ζήτημα των σχέσεων μεταξύ όμορων θέσεων και οικισμών (στο ερώτημα αν υπάρχει ή όχι διακοινοτική ιεραρχία μεταξύ των ΠΕ οικισμών και εγκαταστάσεων)24.
 

Η ανασκαφική έρευνα και η τοπική κοινωνία
 

Η ομάδα έρευνας στον Όρμο Κοιλάδας επεδίωξε εξαρχής την ανάπτυξη σχέσεων με την τοπική κοινωνία και την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας. Στο πλαίσιο αυτό, διοργανώνονται κάθε χρόνο παρουσιάσεις των αποτελεσμάτων στο κοινό, ανοιχτά εργαστήρια (όπως το εργαστήριο νεολιθικής κεραμεικής) και άλλες δράσεις. Με πρωτοβουλία της γράφουσας, οργανώνονται από το 2015 υποβρύχιες ξεναγήσεις, τις οποίες πραγματοποιεί η ανασκαφική ομάδα και που απευθύνονται σε κολυμβητές, μεγάλους και παιδιά, που μπορούν να δουν τον οικισμό με μάσκα κολύμβησης. Στόχος των παραπάνω δράσεων είναι όχι μόνο η διάχυση των αποτελεσμάτων της έρευνας στους κατοίκους της περιοχής αλλά πολύ περισσότερο η γνωριμία τους με την ίδια τη μέθοδο της αρχαιολογικής έρευνας και με το αντικείμενο της υποβρύχιας αρχαιολογίας και, μέσω αυτής, η προστασία του αρχαιολογικού χώρου. Επιπλέον, οι ξεναγήσεις με μάσκα και βατραχοπέδιλα που
πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά οργανωμένα στον βυθισμένο οικισμό στου Λαμπαγιαννά το 2015 αποτέλεσαν πρότυπο για παρόμοιες δράσεις κοινού της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων έκτοτε και τα αποτελέσματά τους έμπνευση και οδηγό στην προσπάθεια ανάδειξης των παράκτιων χώρων που βρίσκεται
σήμερα σε εξέλιξη.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου