Μία πλήρης, εμπεριστατωμένη και γλαφυρή αναφορά στούς ανεμόμυλους του Κρανιδίου από τον αείμνηστο Καπετάνιο και Λογοτέχνη, Νίκο Κωστάρα.
(για να διαβάσετε καλύτερα το κείμενο κάντε αρ κλικ πάνω στην εικόνα , κατόπιν δεξί κλίκ, και πάλι αρ κλικ στην προβολή εικόνας και στη συνέχεια μεγένθυση +)
(για να διαβάσετε καλύτερα το κείμενο κάντε αρ κλικ πάνω στην εικόνα , κατόπιν δεξί κλίκ, και πάλι αρ κλικ στην προβολή εικόνας και στη συνέχεια μεγένθυση +)
Ποιός ήταν ο Νίκος Κωστάρας:
Aναφορά στον Νίκο Κωστάρα
Θα ήτανε γύρω στα 1957-1958 όταν σε μια προσέγγισή μας, με το ομορφότερο σκαρί της εποχής εκείνης του εμπορικού μας στόλου το ΜΠΑΡΜΠΑ ΧΡΗΣΤΟΣ της G. LEMOS BROS, με καπετάνιο έναν βράχο της ναυτοσύνης, τον Γιάννη Λεμό, γνωστόν και ως Παπαφιγγέρη, ανάμεσα στα νεοαφιχθέντα μέλη του πληρώματος και ένας νεαρός πρωτόμπαρκος σαν ναυτοδόκιμος ονόματι Νίκος Κωστάρας.
Ούτε νησιώτης, ούτε από κάποιο παραθαλάσσιο μέρος της πατρίδας μας. Το φυλλάδιό του ανέγραφε τόπος γέννησης Κακουραίικα Γορτυνίας.
Στο καράβι μια αναταραχή, από τη μια ο συγκινητικός αποχαιρετισμός αυτών που έφευγαν για την πατρίδα και από την άλλη το καλωσόρισμα των νέων συναδέλφων ναυτικών. Σαν καταστάλαξε η συνηθισμένη αναστάτωση σ΄αυτές τις περιπτώσεις άρχισαν οι αλληλοσυστάσεις και η προσέγγιση παλιών και νεοφερμένων.
Η κοινή μας προέλευση από μη ναυτικά μέρη και η σχεδόν καταγωγή μας και των δυο συντέλεσε στην προοδευτική ανάπτυξη μιας ιδιαίτερης φιλίας με τον σχεδόν συνομήλικο δόκιμο. Κατανοούσα τα συναισθήματα του νεαρού απόφοιτου της Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής για την απότομη στροφή της ρότας του σε αλλόκοτες ατραπούς, επειδή αυτά τα συναισθήματα είχα γευτεί κι εγώ στα πρώτα μου μπάρκα, προσέγγισα τον σχεδόν συμπατριώτη, μιας και οι δικές μας ρίζες από μάνα και πατέρα ανάγονται στην Αρκαδία και μάλιστα στη Γορτυνία, προσπαθώντας να τον εμψυχώσω.
Έτσι άρχισε να αναπτύσσεται μια φιλία ανάμεσά μας μέσα στις δύσκολες συνθήκες της ναυτικής ζωής που όσο περνούσε ο χρόνος τόσο δυνάμωνε. Κάποιος μεγάλος έλεγε «μια φιλία 40 ετών μοιάζει με ένα σκιερό δέντρο». Η δική μας φιλία έμελλε να διαρκέσει δια βίου, κοντά στα 60 χρόνια. Όντας πλέον και οι δυο στον προλιμένα αναμονής, ο πλοηγός έδωσε προτεραιότητα στον «καπετάνιο».
Όσοι είχαμε την τύχη να τον γνωρίσουμε από κοντά είμαστε βέβαιοι ότι ο πλοηγός της μεγάλης αυτής ψυχής την οδήγησε σε περίοπτη θέση του παραδείσου.
Αποφεύγω τη λέξη «μακαρίτης», για μένα τα αγαπητά μου αποδημήσαντα πρόσωπα εξακολουθούν να ζουν στη γη όσο κι εγώ εξακολουθώ να την πατώ, εκτός αυτού οι φίλοι μου Νίκος και η Ζηνοβία του, η αγία εκείνη γυναίκα, εξακολουθούν να ζουν, εφ΄όσον το αίμα τους ρέει στις φλέβες των απογόνων τους. Ευχαριστώ από καρδιάς τους υιούς Κωστάρα που μου έκαναν την τιμή να με προσκαλέσουν στην ιερή αποβάθρα του ιερού ναού Άγιος Νικόλαος Αμαρουσίου, δίνοντάς μου την ευκαιρία να κουνήσω κι εγώ το μαντίλι του αποχαιρετισμού μαζί με το πλήθος των φίλων του που παρατάχθηκαν και συμπροσευχήθηκαν κατά τον απόπλου από τα μάταια εγκόσμια στην αιωνιότητα. Στο καράβι ο Δόκιμος με τον συνετό χαρακτήρα, με τις σοφές του συμβουλές, με τη φιλομάθειά του, δεν άργησε να κερδίσει την αγάπη και εκτίμηση όλων, από τον καπετάνιο μέχρι και τον τελευταίο μούτσο.
Είχε όμως και την εύνοια της τύχης να πέσει σ΄ένα καράβι που όλα συνέτειναν στην περαιτέρω πνευματική καλλιέργεια όσων είχαν κάποια ροπή προς αυτήν. Στο σαλόνι των αξιωματικών οι δαιμόνιοι Ιάπωνες χτιστάδες πλοίων, το δεξιό τοίχωμα το κάλυψαν με την απεικόνιση του Οδυσσέα να παραπλέει τις Σειρήνες και το αριστερό με την Πηνελόπη υφαίνοντας, περιτριγυρισμένη από τους Μνηστήρες.
Και το κυριότερο για τον Κωστάρα ότι διέθετε και μια πλούσια βιβλιοθήκη, που καθώς έμαθα εκ των υστέρων, ήταν δώρο του μεγάλου μας Καζαντζάκη στον επίσης λόγιο εφοπλιστή Γεώργιο Λεμό, κάτοικο Λωζάνης.
Όπως ήταν φυσικό από την ηγεσία του πλοίου ανατέθηκε η διαχείρισή της στον εραστή της γνώσης δόκιμο Κωστάρα.
Με τον τρόπο του δεν άργησε να μεταδώσει το μικρόβιο της ανάγνωσης σ΄όλο το πλήρωμα. Κάθε αξιωματικός, κάθε ναύτης, κάθε θερμαστής ή καμαροτάκι μετά τη βάρδια προσέτρεχε στη βιβλιοθήκη και με ένα βιβλίο υπό μάλης κλείνονταν στην καμπίνα, ταξιδεύοντας μέσα από τις σελίδες στις θάλασσες της γνώσης. Έτσι το πλοίο είχε μετατραπεί σ΄ένα πλωτό εργαστήρι μελέτης.
Οι συζητήσεις στις ώρες της σύναξης για καφέ ή φαγητό έδιναν κι έπαιρναν γύρω από τους ήρωες και τις πλοκές των αναγνωσμάτων. Μέσα από τις σελίδες κυλούσαν οι μέρες στους ωκεανούς πιο ανώδυνες. Η θάλασσα, όπως αυτό το ιδιότροπο θηλυκό, εκεί που τη βλέπεις ήρεμη και γεμάτη θέλγητρα, έτσι και ξυπνήσει μέσα της το θεριό, αλίμονο σ’ αυτούς που βρίσκονται στην αγκαλιά της.
Φουνταρισμένο το πλοίο μέσα στο λιμάνι της ΓΙΟΚΟΧΑΜΑ, εκεί που όλα κυλούσαν ήρεμα και το πλήρωμα απολάμβανε τις χαρές και τις ομορφιές της εξωτικής χώρας, μια επείγουσα εντολή του λιμεναρχείου διέταξε την απομάκρυνσή μας από το λιμάνι.
Ένας τυφώνας που σκορπούσε την καταστροφή και το θανατικό είχε βάλει πλώρη προς τη Γιοκοχάμα. Προς αποφυγήν ναυαγίων μέσα στο λιμάνι με τις δυσάρεστες συνέπειες στην κατοπινή λειτουργία του, ανάγκασαν την έξοδό μας προς αναζήτηση καταφύγιου. Η νύχτα στο όρμο που φουντάραμε σαν κυνηγημένο θήραμα εφιαλτική. Κάτι αλλόκοτοι γδούποι από τα σωθικά του σκάφους σαν σφάχτες διαπερνούσαν τα κορμιά μας, αποφεύγοντας να εξωτερικεύσουμε τον ενδόμυχο φόβο μη και πέσει πανικός. Σαν πέρασε το κακό κάπως μακριά από τη θέση μας και επιστρέψαμε στο λιμάνι, ο Κωστάρας έστειλε ένα γράμμα στον εφοπλιστή σχετικό με την ταλαιπωρία μας, που με τη σειρά του το αναδημοσίευσε στα Ναυτικά Χρόνια, με την παρατήρηση «τέτοια πληρώματα επιλέγουν οι Οινουσσιώτες για τα καράβια μας».
Ο πρώην ορεσείβιος δόκιμος, ανεβαίνοντας ένα ένα σκαλί έφτασε στο βαθμό του καπετάνιου. Μετά μεταπήδησε στα γραφεία της εταιρίας σαν αρχικαπετάνιος στο πλευρό του θαλασσόλυκου καπετάν Ηλία Λιγνού.
Ο Νίκος συνέχισε να γράφει, ιδιαίτερα μετά τη συνταξιοδότησή του. Άνοιξε τα πανιά στους ωκεανούς της γνώσης και της λογοτεχνίας. Ο θάνατος της αξιολάτρευτης συντρόφου του που του χάρισε τρεις λεβέντες, τον ανάγκασε σε προσωρινή σιγή. Βρήκε όμως διέξοδο στην αστείρευτη πένα του. Οι διακρίσεις αλλεπάλληλες. Μια περηφάνια με κυρίευσε όταν γνωστοί μου εκθείαζαν τα κείμενά του σε διάφορες εφημερίδες και έγκριτα έντυπα.
Ο Καζαντζάκης έγραψε για τον Άγιο Φραγκίσκο (Φτωχούλης του Θεού): Από τη γης ίσαμε το κεφάλι του το μπόι του κοντό, μα από το κεφάλι του κι απάνω θεόρατο. Κοντός στο μπόι ο πολύτιμος φίλος μας ο Νίκος ο Κωστάρας, στην ψυχή και στο πνεύμα όμως πανύψηλος.
Νίκος Α. Παπανάστου
Μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου